Αυτοί που έμειναν πίσω - page 15

19
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
«Αξίζει το έξοδο», της ψιθυρίζει η Ντι ενώ βγαίνουν από το
ταξί. «Αλήθεια. Ορκίζομαι στη ζωή μου.»
Το ταξί απομακρύνεται, και οι δυο τους κατηφορίζουν ένα
αφωταγώγητο δρομάκι, βρίσκοντας η μία το χέρι της άλλης, με
τα παπούτσια του χορού να τρίζουν πάνω σε χαλίκια και γυα-
λιά. Παρά το κρύο, μαζεύεται ιδρώτας στην πλάτη της Χέτι.
Πρέπει να είναι πολύ μετά τη μία η ώρα· δεν έχει ξαναβγεί έξω
τόσο αργά. Σκέφτεται τη μητέρα της και τον αδερφό της, που
θα κοιμούνται βαθιά τώρα στο Χάμερσμιθ. Σε λίγες ώρες θα
ξυπνήσουν για να πάνε στην εκκλησία.
«Αυτό πρέπει να ’ναι.» Η Ντι έχει σταματήσει μπροστά σ’
ένα παλιό τριώροφο σπίτι. Δεν φαίνονται φώτα πίσω από τα
κλειστά παραθυρόφυλλα, μόνο μια μικρή μπλε λάμπα φωτίζει
την πόρτα.
«Είσαι σίγουρη;» ρωτάει η Χέτι και η ανάσα της αχνίζει
στον παγωμένο αέρα.
«Κοίτα.» Η Ντι τής δείχνει μια μικρή πινακίδα καρφωμένη
στον τοίχο. Είναι μια συνηθισμένη ταμπέλα. Θα μπορούσε να
είναι ενός γιατρού ή και ενός οδοντιάτρου. Έχει όμως ένα όνο-
μα χαραγμένο στον μπρούντζο: ΝΤΑΛΤΟΝΣ Νο 62.
Ντάλτονς.
Θρυλικό νάιτ κλαμπ.
Τόσο θρυλικό, που κάποιοι λένε πως δεν υπάρχει.
«Έτοιμη;» Η Ντι τής χαρίζει ένα απόκοσμο χαμόγελο κι
ύστερα σηκώνει το χέρι και χτυπάει την πόρτα. Ανοίγει ένα
παραθυράκι. Δύο ανοιχτόχρωμα μάτια μέσα σ’ ένα φωτεινό
ορθογώνιο. «Μάλιστα;»
«Έχω ραντεβού με τον Χάμφρεϊ», λέει η Ντι.
Χρησιμοποιεί την αριστοκρατική προφορά της. Η Χέτι
στέκεται πίσω της, έτοιμη να βάλει τα γέλια. Πάντως η πόρτα
ανοίγει, ίσα ίσα για να χωρέσουν να περάσουν στριμωχτά. Από
την άλλη μεριά της πόρτας είναι ένας μικρός χώρος υποδοχής,
1...,5,6,7,8,9,10,11,12,13,14 16,17,18,19,20
Powered by FlippingBook