Τα γράμματα που δεν περίμενε κανείς - page 12

14
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
πάνω στον άλλον σε κάποιο κατάστημα, κατέβαζε το κεφάλι
και δεν το ξανασήκωνε ώσπου να σιγουρευτεί πως το αγόρι εί-
χε βγει. Είχε ερωτευτεί ως το μεδούλι, ή τουλάχιστον αυτό νό-
μιζε. Έχασε την όρεξή της. Βυθιζόταν στις σκέψεις της και χα-
νόταν.
Η Ρόσα τρόμαξε και πρότεινε στη φίλη της να αναλάβει το
ζήτημα. Κατέστρωσαν ένα σχέδιο, που αρχικά είχε απόλυτη
επιτυχία: εκείνη θα φρόντιζε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του
και θα του μιλούσε για τα συναισθήματα της Λουίσα, για να δει
αν υπήρχε ανταπόκριση. Θα γινόταν η προξενήτρα της. Η ιδέα
ηρέμησε το πνεύμα της Λουίσα και, κατά κάποιον τρόπο, και
το δικό της.
Είναι δύσκολο να ελέγξεις τη δύναμη του ποταμού όταν αρ-
χίζει να κυλάει
, σκέφτηκε η Ρόσα. Κι αυτό έγινε: το πάθος που
είχε νιώσει για τον Άμπελ όταν τον πρωτογνώρισε μεγάλωνε
μέρα με την ημέρα. Με το μυαλό της, ήθελε να βοηθήσει τη
Λουίσα, αλλά με την καρδιά ήταν αδύνατο να το κάνει.
Το ίδιο συνέβη και σ’ εκείνον. Η θύμηση της γλυκιάς κοπέ-
λας του χορού υποχώρησε μπροστά στο ζωντανό άγγιγμα του
χεριού της Ρόσα. Όλο το χωριό είχε καταλάβει τι γινόταν, ε-
κτός από κείνους. «Στους δυο τρίτος δε χωρεί», έλεγαν οι κου-
τσομπόλες.
Τελικά έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει
, μονολόγησε αναστε-
νάζοντας η Ρόσα. Μια νύχτα, ο Άμπελ τη ζήτησε σε γάμο κι εκεί-
νη δεν μπόρεσε να αρνηθεί. Σε τρεις μήνες είχαν παντρευτεί.
Δεν μπορούσαν να αντικρίσουν τη φίλη τους κι άφησαν να
χαθούν όλες οι ευκαιρίες που τους παρουσιάστηκαν για να το
κάνουν. Ούτε η Ρόσα ούτε ο Άμπελ έδωσαν κάποια εξήγηση
στη Λουίσα. Η ημέρα του γάμου τους ήταν η τελευταία που την
είδαν.
Εξήντα χρόνια μετά, εκείνη τη νύχτα, χήρα πια, η Ρόσα
θυμήθηκε τη φίλη της ντυμένη στα μαύρα, όρθια, στο βάθος
της εκκλησίας. Όταν ο παπάς είπε «μπορείς να φιλήσεις τη
1...,2,3,4,5,6,7,8,9,10,11 13,14,15,16,17,18,19,20,21,...22
Powered by FlippingBook