Το Αυτό - Τόμος I - page 14

16
31
32
33
βαρετό και φασαριόζικο . άκουγε τη βροχή να χτυπάει σταθερά
στα παράθυρα της κουζίνας. Αυτοί οι ήχοι ήταν παρηγορητικοί,
αλλά η ιδέα του κελαριού κάθε άλλο παρά τον παρηγορούσε.
Δεν του άρεσε το υπόγειο και δεν του άρεσε να κατεβαίνει τις
σκάλες του κελαριού, γιατί πάντα φανταζόταν ότι κάτι υπήρχε
στο σκοτάδι εκεί κάτω. Ανόητο βέβαια, το έλεγε ο πατέρας του
και το έλεγε η μητέρα του, και κυρίως το έλεγε ο
Μπιλ
, αλλά και
πάλι…
Δεν του άρεσε καν ν’ ανοίγει την πόρτα για ν’ ανάψει το φως
γιατί του καρφωνόταν πάντα η ιδέα –αυτό ήταν τόσο απί-
στευτα χαζό, που δεν τολμούσε να το ομολογήσει σε κανέναν–
ότι όσο εκείνος ψαχούλευε για τον διακόπτη της λάμπας, μια
φρικτή αρπάγη με γαμψά νύχια θα ακουμπούσε μαλακά στον
καρπό του… κι ύστερα θα τον γράπωνε και θα τον τραβούσε
κάτω, στο σκοτάδι που μύριζε χώμα και υγρασία και μια ανε-
παίσθητη αποφορά σάπιων λαχανικών.
Βλαμμένο! Δεν υπήρχαν πράματα με γαμψά νύχια, τριχωτά,
πανούργα και δολοφονικά. Πότε πότε κάποιος τρελαινόταν και
σκότωνε πολλούς ανθρώπους –ο Τσετ Χάντλεϊ έλεγε μερικές φο-
ρές κάτι τέτοια στις βραδινές ειδήσεις– και φυσικά υπήρχαν τα
κομμούνια, αλλά δεν υπήρχε κανένα τρελαμένο τέρας στο υπό-
γειό τους. Παρ’ όλα αυτά, η ιδέα δεν έλεγε να ξεκολλήσει απ’ το
μυαλό του. Εκείνες τις ατελείωτες στιγμές, όσο έψαχνε για τον
διακόπτη με το δεξί του χέρι (το αριστερό ήταν σφιγμένο σε θα-
νάσιμο κλοιό γύρω απ’ το πόμολο της πόρτας), η μυρωδιά του
υπογείου φαινόταν να εντείνεται και να μεγαλώνει, να απλώνε-
ται, θαρρείς, σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Οσμές χώματος και υγρα-
σίας και από καιρό τελειωμένων λαχανικών ενώνονταν σε μια
χαρακτηριστική, αναπόδραστη μυρωδιά, τη μυρωδιά του τέρα-
τος, της αποθέωσης όλων των τεράτων. Έτσι μύριζε το πράγμα
για το οποίο ο Τζορτζ δεν είχε όνομα: έτσι μύριζε το Αυτό, που
ενέδρευε κρυμμένο, έτοιμο να χιμήξει. Ένα πλάσμα που έτρωγε
1...,4,5,6,7,8,9,10,11,12,13 15,16,17,18,19,20,21,22,23,24,...28
Powered by FlippingBook