Page 5 - 84029-dekapragmata

Basic HTML Version

11
πάμε κάπου αλλού, οπουδήποτε, και να καθίσω ξανά στο πίσω
κάθισμα, να σταματήσει ο χρόνος, κι εγώ να βλέπω το Λονδίνο
απ’ το παράθυρο.
Το σπίτι του πατέρα μου έχει έντεκα σκαλιά. Στο κάτω μέ-
ρος της σκάλας είναι φυτεμένα δύο καχεκτικά δέντρα μέσα σε
κοντόχοντρες γαλάζιες γλάστρες. Μια τεράστια δάφνη καλύ-
πτει το μεγαλύτερο τμήμα του μπροστινού παραθύρου, αλλά
εγώ περιμένω να τον δω καθισμένο στον καναπέ, να κρατάει
ένα τσιγάρο που μετατρέπεται σε στάχτη. Δεν είναι εδώ. Το
στομάχι μου γίνεται κόμπος
·
το στόμα μου έχει γεύση από πρι-
ονίδι και ύπνο. Κόβω ένα φύλλο από το δέντρο της γλάστρας
–έχει απαλό κιτρινοπράσινο χρώμα και στίγματα– και το σκί-
ζω κατά μήκος του κεντρικού του νεύρου.
Η πόρτα της εισόδου του πατέρα μου είναι βαμμένη σε ένα
σκούρο κοκκινοκαφέ χρώμα σαν ξεραμένο αίμα. Δύο ψηλά α-
διαφανή τζάμια –μ’ έναν λεπτεπίλεπτο κισσό για μπορντούρα–
αποκρύπτουν το εσωτερικό.
Όταν ήμουν δεκατριών χρόνων, ο πατέρας μου με έστειλε
εσωτερική σε ένα σχολείο στο Ντόρσετ. Θυμάμαι την επι-
στροφή μου στο σπίτι μετά το τέλος του πρώτου τριμήνου.
Εκείνος δούλευε, κι έτσι ήρθε να με πάρει η Τίλι, τα δάχτυλά
της να σφίγγουν νευρικά το τιμόνι και το ολοκαίνουριο δίπλω-
μα οδήγησης στο ντουλαπάκι. Στεκόμουν στο κεφαλόσκαλο
και κοιτούσα το ίδιο μπρούντζινο κουδούνι που κοιτάζω και
τώρα, όση ώρα η Τίλι έψαχνε τα κλειδιά της. Σκεφτόμουν ότι
αυτή η πόρτα δεν μου θύμιζε την είσοδο του σπιτιού μας και
πάτησα το κουδούνι για να δω πώς ακούγεται απ’ έξω.
Βγάζω ένα τσιγάρο από την τσέπη μου, αν και δεν έχω
καιρό για χάσιμο. Ο αναπτήρας γρατζουνάει τον αντίχειρά μου.
Τραβάω μια πολύ γρήγορη ρουφηξιά και βήχω –με τον ξερό
βήχα των καπνιστών– φέρνοντας το χέρι στο στήθος.