JUAN GÓMEZ-JURADO 24 «Μην ανησυχείς, αφεντικό. Μπορώ να το χειριστώ». «Πόσων χρονών είσαι, Έβανς; Τριάντα έξι;» «Τριάντα οχτώ». «Αγόρι μου, με τέτοιο ρυθμό, δεν σε βλέπω να φτάνεις τα σαράντα». Έκλεισα το τηλέφωνο και γύρισα το κλειδί στη μίζα. Ο οικείος βρυχηθμός της Lexus αντήχησε κάτω από το καπό, κι εγώ χαμογέλασα για πρώτη φορά μες στη μέρα. Για πρώτη φορά εδώ και πολλές μέρες. Πριν ακόμη τελειώσει η βδομάδα, τα πράγματα θα άρχιζαν επιτέλους να μας χαμογελούν, κάτι που είχαν να κάνουν από τότε που πέθανε η Ρέιτσελ. Θα είχα μια καλύτερη δουλειά και μια καλύτερη ζωή. Και χρόνο για να περνάω με την Τζούλια. Στο απυρόβλητο. Μου αρέσει όπως ακούγεται. Σε λιγότερο από μία ώρα θα μάθαινα πόσο αστόχαστα ήταν τα λόγια μου.
RkJQdWJsaXNoZXIy MTk1OTAxMA==