ΤΟ ΠΛΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΕΡΝΤΙ 11 τον υπόλοιπο πολύτιμο κόσμο, που επίσης δεν είχε κανέναν λόγο να της δίνει αναφορά. Πέρα από την προτίμησή της στα φανταχτερά ψηλοτάκουνα παπούτσια και στους γοητευτικούς εραστές, τα τελευταία χρόνια η κυρία Γκιλιβέρ είχε αποκτήσει τη συνήθεια να παραλαμβάνει την αλληλογραφία του κυρίου Περντί και βεβαίως να διαβάζει ό,τι θεωρούσε πως δεν ήταν πολύ προσωπικό προτού του το στείλει στην Ντρομ. Μάλλον θα έπρεπε να της ξαναμιλήσει για τις λεπτές αποχρώσεις της έννοιας «πολύ προσωπικό» την επόμενη φορά που θα ταξίδευε στο Παρίσι για να δει τους γονείς του, οι οποίοι πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Από την άλλη πλευρά, η Κλοντίν Γκιλιβέρ ήταν η σύμμαχος που χρειαζόταν ο Περντί για να ξεθάβει τους θησαυρούς περασμένων εποχών: τα χειρόγραφα. Ενίοτε έφτανε μια στιγμή στη ζωή διάσημων άλλοτε συγγραφέων που ο κόσμος έλεγε γι’ αυτούς: «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν καλή... στα νεανικά του χρόνια ήταν εξαιρετικός...», και μια μέρα τα βιβλία τους δεν επανεκδίδονταν πια και εξαφανίζονταν από τα καταστήματα κι από τη συλλογική αναγνωστική μνήμη – το έργο τους γινόταν αόρατο. Όμως είχαν πολλά χρόνια ακόμη μπροστά τους, και η κίνηση λογαριασμού της τράπεζας ήταν θλιβερή, τα παιδιά ή τα εγγόνια έκαναν σχέδια, οπότε έπρεπε να βρεθούν χρήματα. Και τότε οι συγγραφείς έβγαζαν στη φόρα κάτι πολύτιμο: τα αρχικά χειρόγραφά τους. Τα αυτούσια κείμενά τους, δίχως περικοπές και διορθώσεις, άλλοτε γραμμένα στο χέρι, άλλοτε δακτυλογραφημένα, άλλοτε εκτυπωμένα αλλά με δυσανάγνωστες χειρόγραφες σημειώσεις στις σελίδες, που αποκάλυπταν ότι ανάμεσα στις προτάσεις και στα κεφάλαια, στους μισοαναπτυγμένους χαρακτήρες, στις παρεκκλίσεις, στις παρεκβάσεις και στα αποσπάσματα
RkJQdWJsaXNoZXIy MTk1OTAxMA==