Τρεις βαθμοί μυωπίας - Χριστίνα

Τ Ρ Ε Ι Σ Β ΑΘΜΟ Ι Μ Υ Ω Π Ι Α Σ – Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Ν Α 23 τη διακρίνει εύκολα κανείς. Στη μύτη της έφτανε μυρω- διά αγιοκλήματος και γιασεμιού, αποτέλεσμα των εξατμί- σεων της ζεστής καλοκαιρινής ημέρας. Η αστυνομική ται- νία από τον κινηματογράφο εκτίνασσε σαν βέλη τους ήχους της στο μπαλκόνι της. Μάλλον κάτι αναπάντεχο θα συνέ- βαινε, όπως προμήνυε ο επίμονα μονότονος ήχος του βιο- λιού. Από το σημείο που καθόταν είχε οπτική επαφή με τμήμα της οθόνης, αλλά αφού δεν είχε βρει τα γυαλιά της και δεν είχε μπει στον κόπο να τα ψάξει περισσότερο, οι σκηνές έφταναν θαμπά στα μάτια της σαν να τις έβλεπε να λάμπουν πίσω από ένα υγρό τζάμι. Είχε τρεις βαθμούς μυωπίας αλλά, σχεδόν σε μόνιμη βάση, επέλεγε να μην τα φοράει. Πολύ συχνά, όπως σήμερα, τα ξεχνούσε κάπου και όταν αποφάσιζε ότι τα χρειάζεται, δεν θυμόταν που τα έχει βάλει. Επιδίωκε να αντιμετωπίζει τη ζωή χωρίς αυτά, αντιγράφοντας κατά κάποιον τρόπο τη μητέρα της, η οποία εδώ και χρόνια δεν έβλεπε. Αυτό το παιχνίδι με τον εαυ- τό της την είχε βάλει σε πολλούς μπελάδες. Αρνούμενη να τα φορέσει, σιδέρωνε άθλια τα ρούχα της, ενώ κάποιες φο- ρές τα είχε κάψει. Άλλες φορές, προσπαθούσε να μαγει- ρέψει και μπέρδευε τα υλικά. Με τη μυωπική όραση δεν διέκρινε τα μακρινά πράγματα, αλλά ζούσε και προγραμ- μάτιζε τα όνειρά της μόνο με τα δεδομένα που ήταν πο- λύ κοντά της. Υπάρχει κάτι, όπως το βλέπω, όσο το βλέ- πω και αν το βλέπω, πίστευε. Δεν θέλω να βλέπω μακριά. Θέλω να βλέπω μόνο ό, τι υπάρχει μπροστά μου. Αυτό μπορώ να ελέγχω. Αυτό με αφορά. Τα άλλα όχι. Αυτός που δεν βλέπει μακριά δεν μπορεί μεν να δει αυτό που έρχεται, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι δεν μπορεί και να λυπηθεί, γιατί δεν βλέπει και αυτό που έφυγε. Έτσι κι εγώ δεν πενθώ ποτέ, δεν απογοητεύομαι ποτέ. Ο άντρας ανέβηκε τις σκάλες μέχρι τον τρίτο. Σταμά- τησε έξω από την πόρτα της. Η ανάσα του είχε βαρύνει

RkJQdWJsaXNoZXIy NTg2Njg=