Page 11 - 84024 - ΗAYΧ

Basic HTML Version

11
γότερα, τη ρώτησαν αν θα την ενδιέφερε να βοηθήσει. Πλέον
ήταν αδύνατον να προλάβουν τα πάντα οι δυο τους.
«Γιασούκο, δεν γίνεται να δουλεύεις για πάντα σ’ εκείνο το
καταγώγιο», της είχε πει η Σαγιόκο. «Άλλωστε η Μισάτο μεγα-
λώνει. Θέλεις να αποκτήσει κόμπλεξ επειδή η μαμά της δου-
λεύει σε μπαρ; Από την άλλη βέβαια», είχε προσθέσει, «δεν με
αφορά.»
Η Μισάτο ήταν η μοναχοκόρη της Γιασούκο. Δεν υπήρχε
πατέρας στη ζωή της μετά το τελευταίο διαζύγιο της Γιασού-
κο, πέντε χρόνια νωρίτερα. Δεν περίμενε από τη Σαγιόκο να
της πει ότι η ζωή της ήταν αδύνατον να συνεχιστεί έτσι. Πέρα
από την ευτυχία της κόρης της, είχε να σκεφτεί και τη δική της
ηλικία. Δεν ήταν καθόλου βέβαιο για πόσο διάστημα θα την
κρατούσαν στη δουλειά, ακόμη κι αν το ήθελε.
Χρειάστηκε μόλις μία μέρα για να αποφασίσει, και από το
κλαμπ δεν προσπάθησαν καν να τη σταματήσουν. Απλώς της
ευχήθηκαν ό,τι καλύτερο κι αυτό ήταν όλο. Φαίνεται πως δεν
ήταν η μόνη που αναρωτιόταν για το μέλλον της εκεί.
Είχε μετακομίσει στο τωρινό της διαμέρισμα την προη-
γούμενη άνοιξη, γεγονός που συνέπεσε με την είσοδο της Μι-
σάτο στο γυμνάσιο. Το προηγούμενο σπίτι ήταν πολύ μακριά
από την καινούρια δουλειά και, σε αντίθεση με το κλαμπ, η έ-
γκαιρη άφιξη στη νέα δουλειά σήμαινε ότι έπρεπε να σηκώνε-
ται στις έξι και να βρίσκεται στις έξι και μισή στο ποδήλατο.
Στο πράσινο ποδήλατο.
«Ήρθε πάλι ο καθηγητής απ’ το λύκειο;» τη ρώτησε η Σα-
γιόκο σε κάποιο διάλειμμα.
«Κάθε μέρα δεν έρχεται;» αποκρίθηκε η Γιασούκο, που α-
ντιλήφθηκε τη Σαγιόκο να ανταλλάσσει ένα πλατύ χαμόγελο
με τον σύζυγό της. «Τι; Γιατί χαμογελάς;»
«Ω, τίποτα, τίποτα. Τις προάλλες λέγαμε ότι μάλλον του
αρέσεις.»